Μετά την ένταξη ολόκληρου του Κορινθιακού στο Δίκτυο Natura 2000, με το νόμο 4519/2018, μια νέα, διεθνούς χαρακτήρα, θετική εξέλιξη έρχεται να καταδείξει την μεγάλη οικολογική αξία του Κορινθιακού Κόλπου και να ενισχύσει τις ελπίδες για την ορθολογική διαχείρισή του: η ένταξή του στις περιοχές ΙΜΜΑ (Σημαντικές περιοχές για τα θαλάσσια θηλαστικά) από την Παγκόσμια Ένωση για την Προστασία της Φύσης IUCN.
Ειδικότερα, στο παγκόσμιο συνέδριο IUCN του 2016 προσκλήθηκαν φορείς και οργανισμοί, για να προτείνουν είδη και να υποδείξουν περιοχές προστασίας. Έγιναν περίπου 150 προτάσεις. Η πρόταση για τον Κορινθιακό Κόλπο του Ινστιτούτου κητολογικών ερευνών «ΠΕΛΑΓΟΣ» εγκρίθηκε από τις πρώτες, χάρις στην εξαιρετική τεκμηρίωση για την οποία εργάστηκαν και πέτυχαν οι επιστήμονες στελέχη του.
Έτσι, από το 2018, ο Κορινθιακός Κόλπος χαρακτηρίζεται περιοχή ΙΜΜΑ, πράγμα το οποίο πρέπει από εδώ και στο εξής να λαμβάνεται οπωσδήποτε υπ’ όψιν, για οποιαδήποτε μελλοντική πρόταση που αφορά το θαλάσσιο περιβάλλον του Κορινθιακού-Πατραϊκού.
Ως «ΝΗΡΕΑΣ» χαιρετίζουμε την εξέλιξη αυτή και αναμένουμε να αποτελέσει μια ακόμη σταθερή βάση και αφετηρία για αρμόδιες αρχές και πολίτες, για την μακροχρόνια αντιμετώπιση των προβλημάτων του Κορινθιακού Κόλπου, που απειλούν την διατήρηση των σπάνιων οικολογικών του χαρακτηριστικών, επομένως και της σημασίας του για την αναψυχή και τον τουρισμό: της αλιείας με καταστροφικά εργαλεία, της ρύπανσης, των αμμοληψιών από τα ποτάμια που τροφοδοτούν τις ακτές του, της υπερβολικής επέκτασης της δόμησης στις παράκτιες περιοχές.
Αναλυτικότερες πληροφορίες:
Η IUCN (Παγκόσμια Ένωση για την Προστασία της Φύσης) ορίζει ποια είναι τα προστατευόμενα είδη και οι ανάλογες περιοχές προστασίας, σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια. Ειδικά για τα θαλάσσια θηλαστικά, όπως τα δελφίνια, οι φάλαινες, οι φώκιες, χρησιμοποιείται ο χαρακτηρισμός ΙΜΜΑ.
Η ομάδα εργασίας για τις προστατευόμενες περιοχές για τα θαλάσσια θηλαστικά (MMPATF) ιδρύθηκε με στόχο τη δημιουργία μηχανισμών για την ενθάρρυνση της συνεργασίας, την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών, την πρόσβαση και τη διάδοση γνώσεων και εργαλείων για τη δημιουργία, παρακολούθηση και διαχείριση προστατευόμενων περιοχών για τα θαλάσσια θηλαστικά. Η ομάδα εργασίας προωθεί αποτελεσματικές χωρικές λύσεις και βέλτιστες πρακτικές για τη διατήρηση των θαλάσσιων θηλαστικών (κητώδη και φώκιες) εντός των προστατευόμενων περιοχών για τα θαλάσσια θηλαστικά (MMPAs).
Αρχίζοντας από τη Μεσόγειο το 2016, τα Νησιά του Ειρηνικού (2017) και συνεχίζοντας τα επόμενα χρόνια με τον βορειοανατολικό Ινδικό Ωκεανό και τις νοτιοανατολικές Ασιατικές Θάλασσες (2018), τον Δυτικό Ινδικό Ωκεανό και τις Αραβικές Θάλασσες (2019), τα νερά Αυστραλίας-Νέας Ζηλανδίας και νοτιοανατολικού Ινδικού Ωκεανού (2020) και τον Νοτιοανατολικό Τροπικό και εύκρατο Ειρηνικό Ωκεανό (2021) η ανωτέρω ομάδα εργασίας της IUCN εργάζεται για τον εντοπισμό σημαντικών περιοχών για τα θαλάσσια θηλαστικά (ΙΜΜΑ). Έχοντας αναπτύξει μία σειρά αυστηρών κριτηρίων, αξιολογεί προτάσεις και αναγνωρίζει ενδιαιτήματα και περιοχές σημαντικές για τα θαλάσσια θηλαστικά, όπου θα λαμβάνονται μέτρα για τη διατήρηση, προστασία και διαχείρισή τους. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής εγκρίθηκε και η πρόταση του ελληνικού επιστημονικού Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος» για τον Κορινθιακό Κόλπο.
Περιγραφή του Κορινθιακού Κόλπου
Ο Κορινθιακός Κόλπος (KΚ) είναι ένας μικρός, μακρύς και ημίκλειστος κόλπος που βρίσκεται στην κεντρική Ελλάδα, μεταξύ του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους, στη βορειοανατολική Μεσόγειο (Ιόνιο πέλαγος περιοχή ΙΜΜΑ). Ο Κορινθιακός κόλπος επικοινωνεί προς δυσμάς με τον Πατραϊκό Κόλπο και το Ιόνιο Πέλαγος μέσω του πορθμού Ρίου-Αντιρρίου (πλάτους 2 χλμ., μέγιστου βάθους 66μ). Το πέρασμα στον Σαρωνικό κόλπο και το Αιγαίο προς ανατολάς πραγματοποιείται μέσα από το μακρύ (5.8 χλμ), στενό (21μ) και ρηχό (7μ) ισθμό της Κορίνθου. Ο ισθμός της Κορίνθου είναι αδιαπέραστος για τα περισσότερα μοντέρνα πλοία μεγάλου πλάτους καθώς και απροσπέλαστος από τα κητώδη (Frantzis and Herzing, 2002). Πολύ απόκρημνες πλαγιές χαρακτηρίζουν τις ακτές του, κυρίως στο βόρειο κομμάτι τους. Το βάθος του αυξάνεται απότομα και φτάνει στα 935 στο κέντρο του. Το κεντρικό κομμάτι του καταλαμβάνει έκταση 900 km2 βάθους 500-900 μέτρων. Το δυτικό κομμάτι του κόλπου είναι πιο ρηχό (200-400 μ), με ένα στένεμα 2 χλμ. και δύο ρηχούς όρμους στο βόρειο τμήμα του. Από το σύνολο των 2336 χλμ2 επιφάνειας, το 23 % έχει βάθη μεγαλύτερα των 100 μέτρων, ενώ το 38 % έχει βάθος 500-935 μ.
Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά κάνουν τον Κορινθιακό κόλπο να μοιάζει με μικρογραφία της Μεσογείου, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί ένα μοναδικό μέρος στον κόσμο όσον αφορά τις κοινωνίες των δελφινιών. Ο Κορινθιακός κόλπος κατοικείται από τέσσερα είδη κητωδών, τα τέσσερα πιο γνωστά είδη δελφινιών της Μεσογείου. Ζωνοδέλφινα, σταχτοδέλφινα και κοινά δελφίνια ζουν στα βαθιά νερά του Κορινθιακού. Τα ρινοδέλφινα ζουν μόνο στα ρηχά νερά, κυρίως στους δύο όρμους στο βόρειο κομμάτι και το ρηχό δυτικό μέρος του Κορινθιακού (Frantzis and Herzing, 2002; Bearzi, 2016). Αν και είναι λίγες, μοναχικές φώκιες ζουν ακόμα στον Κορινθιακό (Bearzi et al., 2016). Το 2003 ο μεσογειακός πληθυσμός των κοινών δελφινιών συμπεριλήφθηκε ως Κινδυνεύων στην Κόκκινη λίστα των Απειλούμενων ειδών της Παγκόσμιας Ένωσης για την Προστασία της Φύσης (International Union for Conservation of Nature, IUCN), λόγω της μείωσης του αριθμού τους και της υποβάθμιση του ενδιαιτήματός τους σε μεγάλα τμήματα της Μεσογείου (Bearzi, 2006). Τα παράκτια νερά στις δυτικές ακτές της Ελλάδας/Ιόνιο αρχιπέλαγος φιλοξενούν επίσης κοινά δελφίνια, τον πλησιέστερο πληθυσμό προς αυτόν του Κορινθιακού κόλπου (με εξίσου μικρό αριθμό δελφινιών και εκεί). Ο Bearzi et al. (2008) κατέγραψε στο εσωτερικό Ιόνιο Αρχιπέλαγος μία απότομη μείωση στον πληθυσμό των κοινών δελφινιών από 150 (1996) σε μόλις 15 (2007). Μία πρόσφατη έρευνα από τους Gonzalvo και Costa (2016) και παρατηρήσεις κοπαδιών με πάνω από 30 δελφίνια (Frantzis et al., unpublished data) μαρτυρούν την προτίμηση του είδους αυτού για την περιοχή. Ο πληθυσμός τους αριθμεί μερικές δεκάδες και δεν σίγουρα δεν ξεπερνά τα 100 (Gonzalvo and Costa, 2016). Τα κοινά δελφίνια στον Κορινθιακό ζουν σε πολύ διαφορετικό ενδιαίτημα από τους πληθυσμούς του Ιονίου και των ελληνικών θαλασσών γενικότερα, όπου διαβιούν σε ρηχά παράκτια νερά που σπάνια ξεπερνούν τα 200μ βάθος (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Giannoulaki et al., 2017). Στον Κορινθιακό τα κοινά δελφίνια είναι πελαγικά και ζουν σε νερά 500-900 μ και σίγουρα όχι σε ρηχότερα από 200 μ (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi, 2016). Δεν υπάρχουν κοινά δελφίνια στο ρηχό δυτικό κομμάτι του Κορινθιακού και στα νερά του Πατραϊκού που τα χωρίζουν από τους πληθυσμούς του Ιονίου. Ως εκ τούτου είναι απομονωμένα (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi et al., 2016). Ο πληθυσμός τους είναι εξαιρετικά μικρός, υπολογιζόμενος στα μόλις 22 δελφίνια (2011-2015 study period; Bearzi et al., 2016), και αυτός είναι πιθανόν ο λόγος για τον οποίο δεν σχηματίζουν αμιγές κοπάδι, αλλά ζουν σε μόνιμη βάση σε μεικτές κοινωνίες, κυρίως με ζωνοδέλφινα (Frantzis and Herzing, 2002; Bearzi, 2016). Τα κοινά δελφίνια στον Κορινθιακό αποτελούν μια ιδιαίτερη, γεωγραφικά διακριτή ομάδα από πλευράς προστασίας του είδους, με ελάχιστη δημογραφική και γενετική ανταλλαγή, που αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης λόγω του μικρού πληθυσμού, της περιορισμένης κατανομής και του πιθανού υβριδισμού τους. Οι μεσογειακοί πληθυσμοί των ζωνοδέλφινων (Aguilar and Gaspari, 2012) και των ρινοδέλφινων (Bearzi et al., 2012) έχουν χαρακτηριστεί ως Τρωτά στην κόκκινη λίστα των Aπειλουμένων ειδών της IUCN. Οι πληροφορίες σχετικά με τον πληθυσμό των σταχτοδέλφινων είναι ελλιπείς (Gaspari and Natoli, 2012), έτσι ο υποπληθυσμός της Μεσογείου έχει χαρακτηριστεί ως Ανεπαρκώς γνωστός. Δύο σταχτοδέλφινα έχουν καταγραφεί στον Κορινθιακό (Frantzis and Herzing (2002). Το ένα από αυτά παρατηρήθηκε για τελευταία φορά το 2001 και πιθανόν δεν ζει από το 2004, σύμφωνα με ανεπίσημες πηγές. Το δεύτερο και πιθανόν τελευταίο σταχτοδέλφινο στον Κορινθιακό παρατηρείται ακόμα (Frantzis pers. obs. 2015; Bearzi et al., 2016), 19 χρόνια μετά τον πρώτο του εντοπισμό.
Κριτήριο Α- Είδη ή Πληθυσμιακή τρωτότητα
Το 2003 ο μεσογειακός πληθυσμός των κοινών δελφινιών κατατάχτηκε ως Κινδυνεύων στην κόκκινη λίστα των Απειλουμένων ειδών της Παγκόσμιας Ένωσης για την Προστασία της Φύσης (IUCN) λόγω του μειωμένου αριθμού παρατηρήσεων και της υποβάθμισης της ποιότητας του ενδιαιτήματός τους σε μεγάλα τμήματα της Μεσογείου (Bearzi 2006). Οι πληθυσμοί του Κορινθιακού μαζί με εκείνους του Ιόνιου Αρχιπελάγους αποτελούν τους τελευταίους εκπροσώπους (συνολικά λιγότερα από 100 δελφίνια) αυτού του είδους σε ολόκληρη την Αδριατική θάλασσα και το Ιόνιο Πέλαγος, καθώς εκλείπουν και από το μεγαλύτερο κομμάτι της Ανατολικής Μεσογείου.
Οι μεσογειακοί πληθυσμοί των ζωνοδέλφινων (Aguilar and Gaspari, 2012) και των ρινοδέλφινων (Bearzi et al.,2012) κατατάχτηκαν στα Τρωτά είδη στην κόκκινη λίστα των Απειλουμένων ειδών. Ο Κορινθιακός Κόλπος αποτελεί σημαντική ενδιαίτημα για την ανάκαμψη των κοινών δελφινιών. Αποτελεί επίσης σημαντικό ενδιαίτημα για το Τρωτό είδος του ζωνοδέλφινου, αφού εκεί σημειώνεται η μεγαλύτερη πληθυσμιακή πυκνότητα, σε σχέση με άλλα μέρη της Μεσογείου. Τέλος, αποτελεί σημαντικό ενδιαίτημα για τα ρινοδέλφινα και τις φώκιες, αν και η περιοχή για τα είδη αυτά δεν είναι η σημαντικότερη στο σύνολο της Μεσογείου (Frantzis and Herzing, 2002; Bearzi, 2016).
Κριτήριο Β- Κατανομή και αφθονία
Υπο-κριτήριο Bi: Μικροί μόνιμοι πληθυσμοί.
Τόσο τα κοινά δελφίνια όσο και τα ζωνοδέλφινα ζουν μόνιμα και απομονωμένα στον Κορινθιακό Κόλπο (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi et al., 2016). Εκλείπουν από τις ρηχές δυτικές ακτές του Κορινθιακού και τον Πατραϊκό κόλπο, που τα διαχωρίζουν από τους πληθυσμούς του Ιονίου πελάγους (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi et al., 2016). Εάν αναλογιστούμε ότι λιγότερα από 100 κοινά δελφίνια κατοικούν στο Ιόνιο, τα 22 πουν ζουν στον Κορινθιακό αποτελούν μεγάλη μερίδα του πληθυσμού των κοινών δελφινιών σε ολόκληρη την Αδριατική και τους υποπληθυσμούς του Ιονίου. Παρ’ ότι περισσότερα, τα περίπου 1300 ζωνοδέλφινα αποτελούν ποσοστό που δεν έχει εκτιμηθεί ως προς το σύνολο των ζωνοδέλφινων της Ανατολικής Μεσογείου.
Κριτήριο Β- Κατανομή και αφθονία
Υπο-κριτήριο Bii: Συγκεντρώσεις
Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι μόνιμo ενδιαίτημα για 1300 απομονωμένα ζωνοδέλφινα (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi et al., 2016). Λαμβάνοντας υπόψη τη σχετικά μικρή επιφάνεια στην οποία παρατηρούνται, σίγουρα αποτελούν την μεγαλύτερη μόνιμη πληθυσμιακή συγκέντρωση σε όλη τη Μεσόγειο: >1.5 δελφίνια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο καταλαμβάνουν επιφάνεια 800 τετραγωνικών χιλιομέτρων περίπου σε βάθη πάνω από 500 μέτρα στον Κορινθιακό. Ως μέτρο σύγκρισης αναφέρεται ότι ο αριθμός ζωνοδέλφινων στο Καταφύγιο «Πέλαγος» στη θάλασσα της Λιγουρίας υπολογίζεται στα 0.23 δελφίνια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (Lauriano et al., 2010), ενώ στην κεντρική ισπανική Μεσόγειο υπολογίζονται στα 0.49 δελφίνια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (Gómez de Segura et al., 2006).
Κριτήριο Γ: Βασικές δραστηριότητες Κύκλου Ζωής
Υπο-κριτήριο Γi: Περιοχές αναπαραγωγής
Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι οι πληθυσμοί των κοινών δελφινιών και των ζωνοδέλφινων στον Κορινθιακό κόλπο είναι απομονωμένοι, αυτό σημαίνει ότι περνούν όλο τον κύκλο της ζωής τους μέσα στον Κορινθιακό (Sub-criterion Bi). Τα νεογέννητα ζωνοδέλφινα παρατηρούνται κυρίως το καλοκαίρι, περίοδος αναπαραγωγής σύμφωνα και με τα δεδομένα εκβρασμών. Η περίοδος αυτή εκτείνεται από τον Ιούλιο ως τις αρχές του Σεπτέμβρη με σαφή κορύφωση στα τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου (Frantzis; 2009; Frantzis et al., unpublished data).
Κριτήριο Γ: Βασικές Δραστηριότητες Κύκλου Ζωής
Υπο-κριτήριο Γii: Περιοχές ενδιαίτησης
Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι οι πληθυσμοί των κοινών δελφινιών και των ζωνοδέλφινων στον Κορινθιακό κόλπο είναι απομονωμένοι, αυτό σημαίνει ότι εξαρτώνται αποκλειστικά από το κλειστό οικοσύστημα του Κορινθιακού όσον αφορά την διατροφή τους. Τα καλαμάρια που παρατηρούνται συχνά στην επιφάνεια κατά την διάρκεια των ερευνητικών αποστολών είναι πιθανόν σημαντική λεία για τα δελφίνια (Bearzi et al., 2016).
Κριτήριο Δ: Ειδικά Γνωρίσματα
Υπο-κριτήριο Δi: Διακριτότητα/Διακριτικός χαρακτήρας
Οι κοινωνίες των δελφινιών του Κορινθιακού Κόλπου αποτελούν μοναδικό φαινόμενο, λόγω των ιδιαίτερων οικολογικών χαρακτηριστικών και χαρακτηριστικών συμπεριφοράς. Υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ζωνοδέλφινα του Κορινθιακού πιθανόν διαφέρουν γενετικά από τους γειτονικούς πληθυσμούς ζωνοδέλφινων, ωστόσο, τα διαθέσιμα δείγματα που έχουν αναλυθεί μέχρι τώρα δεν είναι αρκετά για εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Στην πραγματικότητα, όπως προαναφέρθηκε, οι μικτές κοινωνίες των δελφινιών που ζουν στον Κορινθιακό είναι μοναδικοί στον κόσμο για τρεις λόγους:
1) Ο πληθυσμός των ζωνοδέλφινων είναι ο μοναδικός γνωστός που ζει μόνιμα σε ένα ημίκλειστο κόλπο, αποκομμένος από τους άλλους πελαγικούς πληθυσμούς αυτού του είδους.
2) Οι μόνιμες μικτές κοινωνίες των τριών ειδών δελφινιών του Κορινθιακού κόλπου αποτελούν μοναδικό δείγμα στον κόσμο μόνιμης συμβίωσης θαλάσσιων θηλαστικών με διαφορετικές οικολογικές ανάγκες και χαρακτηριστικά συμπεριφοράς.
3) Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι το μόνο γνωστό μέρος στον κόσμο όπου υβρίδια μεταξύ δύο διαφορετικών ειδών δελφινιών (Stenella και Delphinus) αναπαράγονται με φυσικό τρόπο σε τακτική βάση και επιζούν.
Οργανώσεις – μέλη της Ένωσης «Νηρέας»:1)Σύλλογος Προστασίας Υγείας & Περιβάλλοντος Περιοχής Κέντρου Υγείας Χαλανδρίτσας, www.sylpyp.gr, 2)«Κοινοτοπία» Εταιρεία Κοινωνικής Δράσης & Πολιτισμού www.koinotopia.gr, 3)Οικολογική Κίνηση Πάτρας, www.oikipa.gr, 4)Εξωραϊστικός Σύλλογος Πύργου Κορινθίας «ΕΡΜΗΣ» 5)«Λύσιππος», Φίλοι Γραμμάτων & Τεχνών, 6)«Φιλοξενία», Διαπολιτισμική & Περιβαλλοντική Οργάνωση www.filox.org, 7) Ναυτικός Όμιλος Αλεποχωρίου